Ἐωθινά Δοξαστικά

Τα Εωθινά είναι μια ομάδα τροπαρίων που ψάλλονται στον Όρθρο, μετά την θ΄ ωδή του Κανόνα και την Θ΄ Καταβασία, και πριν από τους Αίνους. Είναι συνδεδεμένα με το εωθινό Ευαγγέλιο και αναφέρονται στην Ανάσταση του Χριστού και είναι ένδεκα τον αριθμό, όσοι και οι Απόστολοι που είδαν τον Ιησού Χριστό μετά την Ανάσταση.

Τα Εωθινά συμβολίζουν την εμφάνιση του Χριστού στους μαθητές του μετά την Ανάσταση και αποτελούν την ψυχική προετοιμασία για την Θεία Λειτουργία. 

Πιο αναλυτικά:

Εωθινά Ευαγγέλια: Είναι ένδεκα αποσπάσματα από τα τέσσερα Ευαγγέλια, τα οποία περιγράφουν περιστατικά από την Ανάσταση του Χριστού.

Εωθινά Δοξαστικά: Ψάλλονται στο τέλος του Όρθρου, μετά το εωθινό Ευαγγέλιο και είναι δοξολογία στον Χριστό ως το Φως του κόσμου.

Εξαποστειλάρια: Είναι τα ίδια τα τροπάρια που ψάλλονται μετά τον Κανόνα, και ονομάζονται και Εωθινά.

Στη συνέχεια παραθέτουμε τα 11 Εωθινά Δοξαστικά με τις μεταφράσεις τους.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Α΄

Ἦχος α΄.

Εἰς τὸ ὂρος τοῖς Μαθηταῖς ἐπειγομένοις, διὰ τὴν χαμὀθεν ἒπαρσιν, ἐπέστη ὁ Κύριος· καὶ προσκυνήσαντες αὐτόν, καὶ τὴν δοθεῖσαν ἐξουσἰαν, πανταχοῦ διδαχθέντες, είς τὴν ὑπ’ οὐρανὸν ἐξαπεστέλλοντο, κηρῦξαι τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασιν, καὶ τὴν είς οὐρανοὺς ἀποκατἀστασιν· οἷς καὶ συνδιαιωνίζειν, ὁ ἀψευδής ἐπηγγείλατο, Χριστὀς ὁ Θεός, καἱ Σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Μετάφραση: Στους Μαθητές, που είχαν φτάσει βιαστικά στο βουνό για να παραβρεθούν στην Ανάληψή (Του) από τη γη, παρουσιάστηκε ο Κύριος και αφού Τον προσκύνησαν, Εκείνος τους είπε τα σχετικά με την εξουσία που Του δόθηκε για παντού, τους απέστειλε να κηρύξουν σε όλη την οικουμένη την Ανάστασή (Του) από τους νεκρούς και την επιστροφή (Του) στους ουρανούς. Τους έδωσε ακόμα ο αδιάψευστος Χριστός ο Θεός και Σωτήρας των ψυχών μας τη διαβεβαίωση ότι θα ζουν αιώνια μαζί Του.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Β΄

Ἦχος β΄.

Μετὰ μύρων προσελθούσαις, ταῖς περὶ τὴν Μαριὰμ γυναιξὶ, καὶ διαπορουμὲναις, πῶς ἒσται αὐταῖς τυχεῖν τοῦ ἐφετοῦ, ὡράθη ὁ λίθος μετῃρμένος, καὶ θεῖος Νεανίας, καταστέλλων τὸν θόρυβον αὐτῶν τῆς ψυχῆς· Ἠγέρθη γάρ φήσιν, Ἰησοῦς ὁ Κύριος· διὸ κηρὐξατε τοῖς κήρυξιν αὐτοῦ Μαθηταῖς, εἰς τὴν Γαλιλαίαν δραμεῖν, καὶ ὂψεσθε αὐτόν, ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν, ὡς ζωοδότην καὶ Κύριον.

Μετάφραση: Οι Γυναίκες, που μαζί με τη Μαρία πήγαν με μύρα (στον τάφο) και απορούσαν πως θα μπορέσουν να κάνουν αυτό που επιθυμούσαν, είδαν τον λίθο μετακινημένο και τον θείο Νεανία να καθησυχάζει την ταραχή της ψυχής τους. Αναστήθηκε, είπε, ο Ιησούς ο Κύριος γι’ αυτό ν’ αναγγείλετε στους Αποστόλους και Μαθητές Του να τρέξουν στη Γαλιλαία και (εκεί) θα Τον δείτε αναστημένο από τους νεκρούς ως Ζωοδότη και Κύριο.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄

Ἦχος γ΄.

Τῆς  Μαγδαληνῆς Μαρίας, τὴν τοῦ Σωτῆρος εὐαγγελιζομένης, ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν, καὶ ἐμφάνειαν, διαπιστοῦντες οἱ Μαθηταί, ὠνειδίζοντο τὸ τῆς καρδίας σκληρόν· ἀλλὰ τοῖς σημείοις καθοπλισθέντες καὶ θαύμασι, πρὸς τὸ κήρυγμα ἀπεστέλλοντο. Καὶ σύ μέν Κύριε, πρὸς τὸν ἀρχίφωτον ἀνελήφθης Πατέρα· οἱ δὲ ἐκήρυττον πανταχοῦ τὸν λόγον, τοῖς θαύμασι πιστούμενοι. Διὸ οἱ φωτισθέντες δι’ αὐτῶν, δοξάζομέν σου, τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασιν, φιλάνθρωπε Κύριε.

Μετάφραση: Επειδή οι Μαθητές αμφέβαλλαν για το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης από τους νεκρούς και την εμφάνιση του Σωτήρα, που ολόχαρη ανήγγειλε η Μαρία η Μαγδαληνή, επιπλήττονταν για τη σκληροκαρδία (τους). Αλλά αφού οπλίστηκαν με σημάδια και θαύματα, αποστέλλονταν προς το κήρυγμα. Και Συ, Κύριε, ανελήφθης προς την Πηγή του Φωτός τον Πατέρα, κι αυτοί κήρυτταν παντού τον λόγο, επιβεβαιώνοντάς τον με θαύματα. Γι’ αυτό εμείς που φωτιστήκαμε από αυτούς, Σου δοξάζουμε την Ανάστασή Σου από τους νεκρούς, φιλάνθρωπε Κύριε.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Δ΄

Ἦχος δ΄.

ρθρος ἦν βαθύς, καὶ αἱ Γυναῖκες ἦλθον ἐπί τὸ μνῆμά σου Χριστέ· ἀλλὰ τὸ σῶμα οὐχ εὑρέθη, τὸ ποθούμενον αὐταῖς· διὸ ἀπορουμέναις, οἱ ταῖς ἀστραπτούσαις ἐσθήσεσιν ἐπιστάντες, Τί τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν ζητεῖτε; ἒλεγον· Ἠγέρθη ὡς προεῖπε· τί ἀμνημονεῖτε τῶν ρημάτων αὐτοῦ; Οἷς πεισθεῖσαι, τὰ ὁραθέντα ἐκήρυττον· ἀλλ’ ἐδόκει λῆρος τὰ εὐαγγέλια· οὓτως ἦσαν ἒτι νωθεῖς οἱ Μαθηταί· ἀλλ’ ὁ Πέτρος ἒδραμε, καὶ ἰδὼν ἐδόξασέ σου, πρὸς ἑαυτὸν τὰ θαυμάσια.

Μετάφραση: Ήσαν βαθιά τα χαράματα και οι Γυναίκες ήρθαν στο μνήμα Σου, Χριστέ. Αλλά το Σώμα σου, το Οποίο ποθούσαν δεν Το βρήκαν. Γι’ αυτό, ενώ απορούσαν, παρουσιάστηκαν αυτοί που φορούσαν αστραφτερές φορεσιές και έλεγαν: “Γιατί αναζητείτε τον Ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς; Αναστήθηκε, όπως είχε πει από πριν. Γιατί ξεχνάτε τα λόγια Του;” Αφού πείστηκαν σ΄ αυτούς, ανήγγειλαν αυτά που είδαν (στους Μαθητές), αλλά θεωρήθηκαν παραλήρημα οι χαρούμενες ειδήσεις. Τόσο δισταχτικοί ήταν ακόμα οι Μαθητές. Αλλ’ ο Πέτρος έτρεξε (στον τάφο) και αφού είδε (τον άδειο Τάφο) δόξασε από μέσα του τα θαυμάσια Σου.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Ε΄

Ἦχος πλ. α΄.

τῶν σοφῶν σου κριμάτων Χριστέ! πῶς Πέτρῳ μὲν τοῖς ὀθονίοις μόνοις, ἒδωκας ἐννοῆσαί σου τὴν Ἀνάστασιν; Λουκᾷ δὲ καὶ Κλεόπᾳ, συμπορευόμενος ὡμίλεις. καὶ ὁμιλῶν, οὐκ εὐθέως σεαυτόν φανεροῖς; Διὸ καὶ ὀνειδίζῃ, ὡς μόνος παροικῶν ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ μὴ μετέχων τῶν ἐν τέλει βουλευμάτων αὐτῆς. Ἀλλ’ ὁ πάντα πρὸς τὸ τοῦ πλάσματος συμφέρον οἰκονομῶν, καὶ τὰς περὶ σοῦ προφητείας ἀνέπτυξας, καὶ ἐν τῷ εὐλογεῖν τον ἂρτον, ἐγνώσθης αὐτοῖς· ὧν καὶ πρὸ τούτου αἱ καρδίαι, πρὸς γνῶσίν σου ἀνεφλέγοντο· οἳ καὶ τοῖς Μαθηταῖς συνηθροισμένοις, ἢδη τρανῶς ἐκήρυττόν σου τὴν Ἀνάστασιν· δι’ ἧς ἐλέησον ἡμᾶς.

Μετάφραση: Πόσο σοφά είναι τα σχέδιά Σου, Χριστέ! Πως στον Πέτρο με μόνα τα σάβανα έδωσες να καταλάβει την Ανάστασή Σου! Και πως με τον Λουκά και τον Κλεόπα, όταν συμπορευόσουν, συνομιλούσες και μιλώντας δεν φανερωνόσουν αμέσως! Γι’ αυτό και Σε επιπλήττει (ο ένας), σαν να κατοικείς μονάχος στην Ιερουσαλήμ και δεν γνωρίζεις τις αποφάσεις των αρχόντων της. Αλλά Συ που κανονίζεις τα πάντα σύμφωνα με το συμφέρον του πλάσματος και αφού τους ανάπτυξες τις προφητείες που αναφέρονταν σε Σένα, παρουσιάστηκες σ’ αυτούς, όταν ευλογούσες το ψωμί. Αυτών οι καρδιές και πριν απ’ αυτό φλογίζονταν από την επιθυμία να Σε αναγνωρίσουν. Αυτοί πλέον και στους Μαθητές, που ήταν συγκεντρωμένοι, με παρρησία έφερναν την είδηση της Ανάστασής Σου. Μ’ Αυτή ελέησέ μας.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ ΣΤ΄

Ἦχος πλ. β΄.

ὂντως εἰρήνη σὺ Χριστὲ, προς ἀνθρώπους Θεοῦ, εἰρήνην τὴν σὴν διδοὺς, μετὰ τὴν Ἒγερσιν Μαθηταῖς, ἐμφόβους ἒδειξας αὐτούς, δόξαντας πνεῦμα ὁρᾶν· ἀλλὰ κατέστειλας τὸν τὰραχον αὐτῶν τῆς ψυχῆς, δείξας τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας σου· πλήν ἀπιστούντων ἒτι, τῇ τῆς τροφῆς μεταλήψει, καὶ διδαχῶν ἀναμνήσει, διήνοιξας αὐτῶν τὸν νοῦν, τοῦ συνιέναι τὰς Γραφάς· οἷς καὶ τὴν Πατρικὴν ἐπαγγελίαν καθυποσχόμενος, καὶ εὐλογήσας αὐτούς, διέστης πρὸς οὐρανόν. Διὸ σὺν αὐτοῖς προσκυνοῦμέν σε, Κύριε δόξα σοι.

Μετάφραση: Συ, Χριστέ, η πραγματική ειρήνη του Θεού προς τους ανθρώπους, όταν μετά την Ανάσταση έλεγες στους Μαθητές Σου “ειρήνη υμίν”, τους φόβισες, γιατί νόμισαν πως έβλεπαν φάντασμα. Αλλά σταμάτησες την ταραχή της ψυχής τους, όταν τους έδειξες τα χέρια και τα πόδια Σου. Πλην όμως, επειδή απιστούσαν ακόμα, με τη γεύση της τροφής και με την υπενθύμιση των διδασκαλιών Σου τους άνοιξες τον νου να κατανοήσουν τις (άγιες) Γραφές. Σ’ αυτούς, αφού υποσχέθηκες και την επαγγελία του Πατέρα και τους ευλόγησες, έφυγες προς τον ουρανό. Γι’ αυτό μαζί με αυτούς Σε προσκυνούμε, Κύριε, και Σε δοξάζουμε.

ΕΩΘΙΝΟΝ Ζ΄

Ἦχος βαρύς΄.

δοὺ  σκοτία καὶ πρωί· καὶ τί πρὸς τὸ μνημεῖον Μαρία ἒστηκας, πολὺ σκότος ἒχουσα ταῖς φρεσίν, ὑφ’ οὗ ποῦ τέθειται ζητεῖς ὁ Ἰησοῦς; ἀλλ’ ὃρα τοὺς συντρέχοντας Μαθητάς, πῶς τοῖς ὀθονίοις, καὶ τῷ σουδαρίῳ, τὴν Ἀνάστασιν ἐτεκμήραντο, καὶ ἀνεμνήσθησαν τῆς περὶ τούτου Γραφῆς. Μεθ’ ὧν, καὶ δι’ ὧν, καὶ ἡμεῖς πιστεύσαντες, ἀνυμνοῦμέν σε τὸν ζωοδότην Χριστόν.

Μετάφραση: Να, σκοτάδι (=νύχτα) και πρωί. Και γιατί, Μαρία, στάθηκες στον τάφο, έχοντας πολύ σκοτάδι στον νου; Από αυτό (κυριαρχημένη) ρωτάς, που κείτεται ο Ιησούς; Αλλά δες τους Μαθητές, που έτρεχαν μαζί, πως διαπίστωσαν την Ανάσταση από τα σάβανα και το κάλυμμα της κεφαλής και θυμήθηκαν τα όσα ανέφερε η Γραφή γι’ Αυτόν. Μαζί μ΄ αυτούς και δια μέσου αυτών κι εμείς, αφού πιστέψαμε, ανυμνούμε Εσένα τον Ζωοδότη Χριστό.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Η΄

Ἦχος πλ. δ΄.

Τὰ τῆς Μαρίας δάκρυα, οὐ μάτην χεῖνται θερμῶς· ἰδοὺ γὰρ κατηξίωται, καὶ διδασκόντων Ἀγγέλων, καὶ τῆς ὂψεως τῆς σῆς, ὦ Ἰησοῦ· ἀλλ’ ἒτι πρόσγεια φρονεῖ, οἲα γυνὴ ἀσθενής· διὸ καὶ ἀποπέμπεται, μὴ προσψαῦσαἰ σοι Χριστέ· ἀλλ’ ὃμως κήρυξ πέμπεται τοῖς σοῖς Μαθηταῖς, οἷς εὐαγγέλια ἒφησε, τὴν πρὸς τὸν πατρῷον κλῆρον ἂνοδον ἀναγγέλλουσα. Μεθ’ ἧς ἀξίωσον καὶ ἡμᾶς, τῆς ἐμφανείας σου, Δέσποτα Κύριε.

Μετάφραση: Τα θερμά δάκρυα της Μαρίας δεν χύθηκαν μάταια. Γιατί, να, αξιώθηκε (να δεί) και τους Αγγέλους, που την πληροφόρησαν (για την Ανάστασή Σου), και το Πρόσωπό Σου, Ιησού. Αλλά ακόμα σκέπτεται γήινα (=φρονεί ως άνθρωπος), ως γυναίκα αδύναμη. Γι΄ αυτό και εμποδίζεται να Σε αγγίζει, Χριστέ. Αλλά όμως στέλνεται ως αγγελιοφόρος στους Μαθητές Σου, προς τους οποίους είπε την ευχάριστη είδηση, και ανήγγειλε την άνοδό Σου (=την Ανάληψή Σου) προς την Πατρική κληρονομιά. Μαζί μ’ αυτή αξίωσε και μας να δούμε την παρουσία Σου, Δέσποτα Κύριε.

 

 ΕΩΘΙΝΟΝ Θ΄

Ἦχος πλ. α΄.

ς ἐπ’ἐσχάτων τῶν χρόνων, οὒσης ὀψίας Σαββάτων, ἐφίστασαι τοῖς φίλοις Χριστέ, καὶ θαύματι θαῦμα βεβαιοῖς, τῇ κεκλεισμένῃ εἰσόδῳ τῶν θυρῶν, τὴν ἐκ νεκρῶν σου Ἀνάστασιν· ἀλλ’ ἒπλησας χαρᾶς τοὺς Μαθητάς, καὶ Πνεύματος ἁγίου μετέδωκας αὐτοῖς, καὶ ἐξουσίαν ἒνειμας ἀφέσεως ἁμαρτιῶν, καὶ τὸν Θωμᾶν οὐ κατέλιπες, τῷ τῆς ἀπιστίας καταβαπτίζεσθαι κλύδωνι. Διὸ παράσχου καὶ ἡμῖν, γνῶσιν ἀληθῆ, καὶ ἂφεσιν πταισμάτων, εὒσπλαγχνε Κύριε.

Μετάφραση: Τον τελευταίο καιρό (της επίγειας παρουσίας Σου), ενώ ήταν αργά το βράδυ της (πρώτης ημέρας) των Σαββάτων (=της Εβδομάδας), εμφανίζεσαι, Χριστέ, στους αγαπητούς (Μαθητές Σου) και με θαύμα, δηλαδή την είσοδό Σου από τις κλειστές πόρτες, επιβεβαιώνεις το θαύμα, δηλαδή την Ανάστασή Σου από τους νεκρούς. Αλλά γέμισες με χαρά τους Μαθητές και τους μετέδωσες το Άγιο Πνεύμα και τους χορήγησες την εξουσία να συγχωρούν αμαρτίες. Μα και τον Θωμά δεν άφησες να καταποντίζεται στην τρικυμία της απιστίας. Γι’ αυτό χάρισε και σε μας την αληθινή γνώση και τη συγχώρηση των αμαρτιών, εύσπλαχνε Κύριε.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ Ι΄

Ἦχος πλ. β΄.

Μετὰ τὴν εἰς  ᾌδου κάθοδον καὶ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν, ἀθυμοῦντες, ὡς εἰκός, ἐπὶ τῷ χωρισμῷ σου, Χριστέ, οἱ Μαθηταί, πρὸς ἐργασίαν ἐτράπησαν· καὶ πάλιν πλοῖα καὶ δἰκτυα, καὶ ἂγρα οὐδαμοῦ. Ἀλλὰ σὺ Σῶτερ ἐμφανισθείς, ὡς Δεσπότης πάντων, δεξιοῖς τὰ δίκτυα κελεύεις βαλεῖν. Καὶ ἦν ὁ λόγος ἒργον εὐθύς· καὶ πλῆθος τῶν ἰχθύων πολύ, καὶ δεῖπνον ξένον ἓτοιμον  ἐν γῇ· οὗ μετασχόντων τότε σου τῶν Μαθητῶν, καὶ ἡμᾶς νῦν νοητῶς καταξίωσον ἐντρυφῆσαι, φιλάνθρωπε Κύριε.

Μετάφραση: Μετά την κάθοδό Σου στον άδη και την Ανάστασή σου από τους νεκρούς, λυπημένοι, όπως ήταν φυσικό από τον χωρισμό Σου, οι Μαθητές, Χριστέ, γύρισαν πάλι στην εργασία τους (το ψάρεμα). Και πάλι πλοία και δίχτυα, αλλά ψάρια πουθενά. Αλλά Συ, Σωτήρα, που εμφανίστηκες ως Δεσπότης των όλων, διατάζεις να ρίξουν τα δίχτυα δεξιά. Κι αμέσως ο λόγος (Σου) έγινε πράξη και έπιασαν πολύ πλήθος ψαριών και δείπνο παράδοξο (ήταν) έτοιμο στη στεριά. Αυτό, στο οποίο πήραν τότε μέρος και οι Μαθητές Σου, αξίωσε και μας νοερά να γευτούμε, φιλάνθρωπε Κύριε.

 

ΕΩΘΙΝΟΝ ΙΑ΄

Ἦχος πλ. δ΄.

Φανερῶν ἑαυτόν, τοῖς Μαθηταῖς σου Σωτήρ, μετὰ τὴν Ἀνάστασιν, Σίμωνι δέδωκας τὴν τῶν προβάτων νομήν, εἰς ἀγάπης ἀντέκτισιν, τὴν τοῦ ποιμαίνειν φροντίδα αἰτῶν. Δὸ καὶ ἒλεγες· Εἰ φιλεῖς με Πέτρε, ποίμαινε τὰ ἀρνία μου, ποίμαινε τὰ πρόβατά μου. Ὁ δὲ εὐθέως ἐνδεικνύμενος τὸ φιλόστοργον, περὶ τοῦ ἂλλου Μαθητοῦ ἐπυνθάνετο. Ὦν ταῖς πρεσβείαις Χριστέ, τὴν ποίμνην σου διαφύλαττε, ἐκ λύκων λυμαινομένων αὐτήν.

Μετάφραση: Όταν φανερώθηκες στους Μαθητές Σου, Σωτήρα, μετά την Ανάσταση, ανάθεσες στον Σίμωνα τη διαποίμανση των προβάτων, ζητώντας του ως αναγνώριση της αγάπης Σου τη φροντίδα της ποιμαντορίας. Γι’ αυτό και έλεγες: Αν μ’ αγαπάς, Πέτρο, ποίμαινε τα αρνιά μου, βόσκε τα πρόβατά μου. Κι αυτός, δείχνοντας τη φιλοστοργία του, ζητουσε να πληροφορηθεί για τον άλλο Μαθητή. Με αυτών τις πρεσβείες, Χριστέ, φύλαγε το ποίμνιό Σου από τους λύκους, που το λεηλατούν.

 

Οι μεταφράσεις των Εωθινών είναι δάνειο από την ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΗ Τόμος Α’ του κ. ΣΟΦΟΚΛΗ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ